της Αλεξάνδρας Τσόλκα
«Της Ευρώπης ντροπή» είναι ο τίτλος ποιήματος με το οποίο ο Γερμανός συγγραφέας Γκίντερ Γκρας παρεμβαίνει στην ελληνική κρίση και το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», που ούτε να την προφέρουμε δε μπορούμε. Πρόκειται για την οργισμένη αντίδραση ενός νομπελίστα για τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη χειρίζεται την ελληνική κρίση.
«Κοντά στο χάος, διότι δεν ταιριάζει στις αγορές.
Αποστασιοποιήθηκες από τη χώρα που σου έδωσε ρίζες.
Ό,τι αναζήτησες με την ψυχή σου, έκρινες πως κατέκτησες.
Και τ' αξιολόγησες μ' αξία απολειφαδιού.
Σαν γυμνή ταπεινωμένη, διαπομπεύουν τη χώρα τούτη,
μα παροιμία δίδασκε να της χρωστάς ευγνωμοσύνη.
Καταδικασμένη στη φτώχεια, χώρα με πλούτο
που διακοσμεί μουσεία, με ανοίκεια και λάθρα λάφυρα.
Ορδές επέδραμαν με όπλων βία
στ' αγιασμένα νησιά σου, κρατούσαν τον Χαΐδερλιν* στων στολών τις τσέπες.
Χώρα έγινες ανεπιθύμητη, ενώ Συνταγματάρχες σου
γίναν καλοδεχούμενοι σύμμαχοι.
Χώρα αποκαθηλωμένη από δικαιώματα, στημένη από ισχυρογνώμονες,
αυστηρά και δίχως έλεος.
Αντιστέκεται μαυροντυμένη η Αντιγόνη και στο πανελλήνιο
πένθος φέρει ο λαός, αυτός που κάποτε ήταν ξένιος.
Μακρά απ' τα σύνορα οι οικείοι του Κροίσου κόμισαν ό,τι έλαμπε χρυσό
κι εσύ τα δέχθηκες στα κελάρια σου.
Πιες! Επιτέλους πιες! Οικτίρουν οι υποτακτικοί των επιθεωρητών
αλλά οργίλος ο Σωκράτης πετά το ποτήρι γεμάτο.
Βλασφημούν σε μεικτή χορωδία την ουσία και τον λόγο σου,
ενώ οι θεοί ξεσηκώνονται όταν τους εξορίζεις απ' τον Όλυμπο...
Δίχως φιλότιμο θα μαραθείς δίχως τη χώρα τούτη,
το πνεύμα που σε εμπνεύστηκε Ευρώπη»...
«Της Ευρώπης ντροπή» είναι ο τίτλος ποιήματος με το οποίο ο Γερμανός συγγραφέας Γκίντερ Γκρας παρεμβαίνει στην ελληνική κρίση και το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», που ούτε να την προφέρουμε δε μπορούμε. Πρόκειται για την οργισμένη αντίδραση ενός νομπελίστα για τον τρόπο με τον οποίο η Ευρώπη χειρίζεται την ελληνική κρίση.
«Κοντά στο χάος, διότι δεν ταιριάζει στις αγορές.
Αποστασιοποιήθηκες από τη χώρα που σου έδωσε ρίζες.
Ό,τι αναζήτησες με την ψυχή σου, έκρινες πως κατέκτησες.
Και τ' αξιολόγησες μ' αξία απολειφαδιού.
Σαν γυμνή ταπεινωμένη, διαπομπεύουν τη χώρα τούτη,
μα παροιμία δίδασκε να της χρωστάς ευγνωμοσύνη.
Καταδικασμένη στη φτώχεια, χώρα με πλούτο
που διακοσμεί μουσεία, με ανοίκεια και λάθρα λάφυρα.
Ορδές επέδραμαν με όπλων βία
στ' αγιασμένα νησιά σου, κρατούσαν τον Χαΐδερλιν* στων στολών τις τσέπες.
Χώρα έγινες ανεπιθύμητη, ενώ Συνταγματάρχες σου
γίναν καλοδεχούμενοι σύμμαχοι.
Χώρα αποκαθηλωμένη από δικαιώματα, στημένη από ισχυρογνώμονες,
αυστηρά και δίχως έλεος.
Αντιστέκεται μαυροντυμένη η Αντιγόνη και στο πανελλήνιο
πένθος φέρει ο λαός, αυτός που κάποτε ήταν ξένιος.
Μακρά απ' τα σύνορα οι οικείοι του Κροίσου κόμισαν ό,τι έλαμπε χρυσό
κι εσύ τα δέχθηκες στα κελάρια σου.
Πιες! Επιτέλους πιες! Οικτίρουν οι υποτακτικοί των επιθεωρητών
αλλά οργίλος ο Σωκράτης πετά το ποτήρι γεμάτο.
Βλασφημούν σε μεικτή χορωδία την ουσία και τον λόγο σου,
ενώ οι θεοί ξεσηκώνονται όταν τους εξορίζεις απ' τον Όλυμπο...
Δίχως φιλότιμο θα μαραθείς δίχως τη χώρα τούτη,
το πνεύμα που σε εμπνεύστηκε Ευρώπη»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου